Σύγχρονες θεραπείες στη μάχη με το πολλαπλό μυέλωμα
Οι πλασματοκυτταρικές δυσκρασίες, δηλαδή το πολλαπλό μυέλωμα και η ασθένεια του Kahler ή πλασμοκύτωμα, είναι νεοπλασίες των πλασματοκυττάρων, μια ανίατη νόσος που προκαλείται από τον ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασμό τους. Τα πλασματοκύτταρα βρίσκονται στο μυελό των οστών και φυσιολογικά παράγουν τα αντισώματα, πρωτεΐνες που βοηθούν τον οργανισμό να προστατευτεί από τις λοιμώξεις. Κακοήθη, ωστόσο, πλασματοκύτταρα πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα ξεπερνώντας το αριθμό των φυσιολογικών πλασματοκυττάρων. Παράγουν πανομοιότυπα αντισώματα και απλά τμήματα αντισωμάτων που ονομάζονται παραπρωτεΐνες. Οι παραπρωτεΐνες προερχόμενες από ένα μόνο κύτταρο έχουν τις ίδιες φυσικοχημικές ιδιότητες και καθιστούν τον ασθενή ευάλωτο σε λοιμώξεις, εξασθενώντας το ανοσοποιητικό του σύστημα.
Το πολλαπλό μυέλωμα αποτελεί μια ανίατη ασθένεια απειλητική για τη ζωή του πάσχοντα, τα κρούσματα της οποίας αυξάνονται σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Υπολογίζεται πως στον Καναδά προσβάλλονται ετησίως από πολλαπλό μυέλωμα περίπου 2.300 άτομα, από τα οποία τα 1.350 καταλήγουν κάθε χρόνο εξαιτίας της νόσου. Στη χώρα μας τα κρούσματα από την ασθένεια ανέρχονται σε 400 άτομα κάθε χρόνο, ηλικίας κατά μέσο όρο 65-70 χρόνων, ενώ μόλις το 10% των ασθενών είναι κάτω από 50 ετών.
Σε ασθενείς που πάσχουν από πολλαπλό μυέλωμα η απουσία υγιών αιματοποιητικών κυττάρων, ερυθρών και λευκών αιμοσφαιρίων στο μυελό των οστών προκαλεί συχνά συμπτώματα, όπως αδυναμία, κόπωση, κεφαλαλγίες, διαταραχές στην όραση, απώλεια βάρους, έντονο άλγος ως αποτέλεσμα καταγμάτων των οστών, πόνο στην πλάτη ή στα πλευρά, αυξημένη τάση για λοιμώξεις, ναυτία, συχνοουρία ή ολιγουρία και οστικές βλάβες. Τα συμπτώματα διαφέρουν από άτομο σε άτομο, ενώ η νόσος είναι ασυμπτωματική κατά τα πρώιμα στάδιά της.
Τα ακριβή αίτια της νόσου δεν έχουν προσδιοριστεί από την επιστημονική κοινότητα, ωστόσο είναι γενικά παραδεκτό πως οι ακόλουθοι παράγοντες κινδύνου μπορούν να συντελέσουν στην εμφάνισή της:
- Η ηλικία θεωρείται, επιβαρυντικός παράγοντας για την εμφάνιση του πολλαπλού μυελώματος, καθώς η νόσος προσβάλει κυρίως άτομα ηλικίας 65-70 ετών.
- Η ασθένεια απαντάται συχνότερα σε Αφρο-αμερικανούς, περισσότερο σε άνδρες και λιγότερο σε γυναίκες, οι οποίες έχουν λιγότερες πιθανότητες να νοσήσουν.
- Κληρονομικοί και γενετικοί παράγοντες επηρεάζουν την ανάπτυξη πολλαπλού μυελώματος, σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες.
- Η έκθεση σε ακτινοβολία και χημικούς παράγοντες εικάζεται πως αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης πολλαπλού μυελώματος και μένει να επιβεβαιωθεί από τις ερευνητικές μελέτες που βρίσκονται σε εξέλιξη.
Ο ανεξέλεγκτος πολλαπλασιασμός των πλασματοκυττάρων προκαλεί προβλήματα στη λειτουργία του οργανισμού διαταράσσοντας την ισορροπία των ανόργανων στοιχείων του. Παρεμποδίζει τη φυσιολογική ροή του αίματος, την ομαλή λειτουργία των νεφρών, τη μεταφορά οξυγόνου στους ιστούς και τη σωστή λειτουργία του νευρικού συστήματος. Ανάμεσα στις επιπλοκές της νόσου, από τις οποίες οι λοιμώξεις αποτελούν τη μεγαλύτερη απειλή για τη ζωή των ασθενών συγκαταλέγονται η αναιμία, η νεφρική ανεπάρκεια και οι οστικές διαταραχές, όπως τα κατάγματα και η διάβρωση της οστικής μάζας.
Για τη διάγνωση της νόσου προαπαιτούνται αρχικά:
- Αιματολογικές εξετάσεις από τις οποίες προσδιορίζεται ο αριθμός των λευκών, των ερυθρών αιμοσφαιρίων και των αιμοπεταλίων και καθορίζονται τα επίπεδα της ολικής πρωτεΐνης, της κρεατινίνης και του ασβεστίου.
- Εξετάσεις ούρων για την ανίχνευση πρωτεϊνών και την αναζήτηση παθολογικών αντισωμάτων στον οργανισμό.
- Ατινογραφία για τον εντοπισμό πιθανής «τρύπας» στα οστά εξαιτίας της συσσώρευσης μυελωματικών κυττάρων.
- Μαγνητική τομογραφία όπου γίνεται εμφανής η λέπτυνση των οστών και η πιθανή ύπαρξη καταγμάτων ή πλασματοκυττώματος.
- Μυελόγραμμα που προαπαιτεί λήψη δείγματος από τον μυελό των οστών και έλεγχό του στο μικροσκόπιο ή οστεομυελική βιοψία για τον προσδιορισμό του αριθμού των πλασματοκυττάρων και των γενετικών διαταραχών στον μυελό των οστών.
Παρά το γεγονός πως η νόσος είναι ιδιαίτερα απειλητική, εξαιτίας της ύπαρξης νέων φαρμάκων, οι ιατρικές έρευνες δείχνουν πως η μέση επιβίωση έχει υπερδιπλασιαστεί την τελευταία δεκαετία ξεπερνώντας συχνά τα 10 χρόνια.
Εκτός από τη χημειοθεραπεία, τη βιολογική θεραπεία με χρήση πρωτεϊνών και τη μεταμόσχευση αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων, ανοσοτροποποιητικά φάρμακα και αναστολείς πρωτεασώματος που εγκρίθηκαν από το 2000 και ύστερα υπόσχονται την αύξηση του μέσου όρου ζωής των ασθενών, καθώς θωρακίζουν το ανοσοποιητικό σύστημα που επιτίθεται στα καρκινικά κύτταρα.